Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014

ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟ







Του Κυριάκου Σαχανίδη

Στο άρθρο αυτό θα ασχοληθώ με κάποιες εννοιολογικές διευκρινίσεις, οι οποίες προβληματίζουν πολλούς Πόντιους και μη, αλλά και δημιουργούν προβλήματα και κυρίως σύγχυση στη νεολαία μας. Στη νεολαία μας που αυτή θα πάρει τη σκυτάλη και θα μεταφέρει σωστά ή λάθος όσα εμείς οι παλαιότεροι της παραδώσουμε.


Μέρος Α'

Οι διευκρινίσεις που πρέπει να γίνουν είναι :

- Ποιά λέξη είναι σωστή : Ποντική ή Ποντιακή;
- Ποιά λέξη είναι σωστή : Ποντιακή γλώσσα ή Ποντιακή Διάλεκτος;
- Ποια η διαφορά μεταξύ διαλέκτου και ιδιώματος;

Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι στις αρχές της συστηματικής μελέτης της διαλέκτου (ή γλώσσας) χρησιμοποιήθηκε η λέξη «Ποντική». Όμως ο όρος αυτός σύμφωνα με τις απόψεις των Μαν. Τριανταφυλλίδη και Ν. Π. Ανδριώτη γλωσσικά δεν είναι σωστός, γιατί οι Έλληνες, τόσο οι αρχαίοι όσο και οι νεώτεροι, για την ονομασία της γλώσσας ή της διαλέκτου δεν ξεκινούν από το όνομα της χώρας στην  οποία μιλιέται, αλλά από το όνομα του λαού που τη μιλάει. Έτσι στην αρχαία Ελλάδα η λέξη Ποντικός σήμαινε αυτόν που προέρχεται από τον Πόντο, είτε με την έννοια της θάλασσας, είτε με την έννοια της χώρας που τα παράλιά της βρέχονται από τον (Εύξεινο) Πόντο. Π.χ. Ηρακλείδης ο Ποντικός, Χαμαιλέων ο Ποντικός, ποντικός μυς (είδος νυφίτσας), ποντικόν κάρυον (φουντούκι), ποντικόν τάριχος (παστό ψάρι ή κρέας) κ.λπ. Άρα θα χρησιμοποιούσαμε τον όρο Ποντική μόνον αν ο κάτοικος της περιοχής αυτής λεγόταν Πόντος. Όπως από το Έλλην – Ελληνική και όχι Ελλαδική, από το Μακεδών – Μακεδονική και όχι Μακεδονιακή, από το Λάκων – Λακωνική, από το Άγγλος – Αγγλική, από το Γάλλος – Γαλλική κ.λπ. Όμως ο κάτοικος της περιοχής που μελετάμε λέγεται Πόντιος. Όταν δε η λέξη έχει στην κατάληξή της το -ι, τότε το παράγωγο σχηματίζεται σε -ιακός. Π.χ. Αρτηρία – αρτηριακός, ήλιος – ηλιακός, καρδία – καρδιακός, Κύπριος – Κυπριακός, Ρόδιος – Ροδιακός κ.λπ. Άρα και Πόντιος – Ποντιακός και το θηλυκό Ποντιακή.

Όσον αφορά το δεύτερο ερώτημα, σύμφωνα με τις απόψεις των γλωσσολόγων, όταν μια αρχαία γλώσσα με το πέρασμα του χρόνου διαφοροποιείται σε νεώτερες μορφές τόσο διαφορετικές μεταξύ τους ώστε να μην είναι δυνατή η συνεννόηση μεταξύ εκείνων που μιλούν τη μια γλωσσική μορφή με αυτούς που μιλούν την άλλη γλωσσική μορφή, τότε λέμε ότι αυτή η αρχαία γλώσσα διασπάστηκε σε νέες γλώσσες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση της Λατινικής γλώσσας από την οποία γεννήθηκαν οι νεώτερες λατινογενείς γλώσσες που είναι : η Ιταλική, η Γαλλική, η Ισπανική και άλλες. Αυτό όμως δεν συμβαίνει και με την αρχαία ελληνική γλώσσα που με το πέρασμα του χρόνου είχε μεν τις διαφοροποιήσεις της και αναπτύχθηκαν διάφορες γλωσσικές μορφές αυτής αλλά δεν φτάσαμε στο σημείο ώστε να μην είναι δυνατή η συνεννόηση αυτού που μιλάει τη μια γλωσσική μορφή, από αυτόν που μιλάει άλλη γλωσσική μορφή. Η Ελληνική γλώσσα δεν διασπάστηκε σε νεώτερες «ελληνογενείς» γλώσσες. Είχαμε μόνον τοπικές γλωσσικές μορφές με μικρότερες ή μεγαλύτερες διαφορές μεταξύ τους και από την κοινή ομιλούμενη ελληνική γλώσσα. Αυτές δε οι τοπικές γλωσσικές μορφές ονομάζονται διάλεκτοι. Έχει δε η Νέα Ελληνική γλώσσα τέσσερις διαλέκτους : την Ποντιακή, την Καππαδοκική, την Κατωιταλική και την Τσακωνική.

Όσον αφορά το τρίτο ερώτημα, όπως αναφέρει ο γλωσσολόγος Δημ. Τομπαΐδης «Ιδίωμα είναι η γλωσσική μορφή ενός τόπου που δεν παραλλάζει σημαντικά από την κοινή νεοελληνική». Έτσι έχουμε τα εξής ιδιώματα : Δωδεκανησιακό, Πελοποννησιακό, Ηπειρωτικό, Μακεδονικό, Θεσσαλικό κ.λπ. 
Μετά την άλωση της Τραπεζούντας (το έτος 1461), λόγω της απομόνωσης και της έλλειψης επικοινωνίας αλλά και της απαγόρευσης ομιλίας άλλης γλώσσας εκτός από την Τουρκική, αναπτύχθηκαν διαφοροποιήσεις της Ποντιακής Διαλέκτου κατά περιοχές. Δηλαδή αναπτύχθηκαν διάφορα ιδιώματα. Τα ιδιώματα δε αυτά είναι : της Χαλδίας – Τραπεζούντας, της Ριζούντας και των Σουρμένων, της Κρώμης και Ίμερας, της περιοχής της Ματσούκας και της Σάντας, της Άδυσσας, της Τρίπολης και Κερασούντας, των Κοτυώρων, της Νικοπόλεως, της Οινόης, της Αμισού, της Περιοχής της Πάφρας, της Σινώπης και της Ινέπολης. Σύμφωνα με τους διακεκριμένους γλωσσολόγους Δημ. Οικονομίδη και Άνθ. Παπαδόπουλο το ιδίωμα της Χαλδίας – Τραπεζούντας ήταν το πλέον διαδεδομένο, το ομιλούσαν δε περίπου το ενενήντα τοις εκατό του πληθυσμού.


Μέρος Β'


Τα κυριότερα κοινά χαρακτηριστικά της Ποντιακής Διαλέκτου που συναντώνται σε όλα τα ιδιώματα αυτής, κατατάσσονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες :

Α΄. Αρχαϊσμοί

α. Διατήρηση της προφοράς του ιωνικού -η ως -ε, π.χ. νύφε αντί νύφη, κλέφτες αντί κλέφτης, πεγάδι αντί πηγάδι, ζεμία αντί ζημία, ζελεύω αντί ζηλεύω κ.λπ.

β. Διατήρηση του ιωνικού -σ, αντί του -τ, π.χ. κοσσάρα αντί του κοττάρα, σεύτελον αντί του τεύτλον κ.λπ.

γ. Διατήρηση του –ω, ακόμα και στις περιπτώσεις που στην κοινή νεοελληνική έχει μετατραπεί σε –ου, π.χ. ζωμίν αντί ζουμί, ρωθώνι αντί ρουθούνι, κωδώνι αντί κουδούνι, κωφός αντί κουφός κ.λπ.

δ. Διατήρηση ασυνίζητων των φωνητικών συμπλεγμάτων -ία, -ίο, π.χ. καρδία αντί καρδιά, παιδία αντί παιδιά, κοιλία αντί κοιλιά κ.λπ.

ε. Διατήρηση του αναβιβασμού του τόνου στην κλητική, π.χ. πάτερα αντί πατέρα, Σόφια αντί Σοφία, γάμπρε αντί γαμπρέ κ.λπ.

στ. Διατήρηση των θηλυκών επιθέτων σε -ος αντί σε –η, π.χ. η άλαλος αντί η άλαλη, η έμορφος αντί η όμορφη, η άρρωστος αντί η άρρωστη κ.λπ.

ζ. Διατήρηση του αόριστου της προστακτικής σε -ον αντί -ε, π.χ. ποίσον - ποίησον αντί ποίησε, κόψον αντί κόψε, ράψον αντί ράψε, λύσον αντί λύσε, ανάμ’νον αντί ανάμεινε κ.λπ.

η. Διατήρηση της παθητικής κατάληξης –ούμαι αντί –ώνομαι, π.χ. ανακατούμαι αντί ανακατώνομαι, στεφανούμαι αντί σταφανώνομαι, φανερούμαι αντί φανερώνομαι κ.λπ.

θ. Διατήρηση της κατάληξης της προστακτικής του παθητικού αορίστου       -θετε (ιωνικά) αντί του (αττικού) -θητε, π.χ. αγαπήθετε αντί του αγαπήθηνε, κοιμέθετε αντί του κοιμήθητε κ.λπ.

ι. Διατήρηση του ιωνικού ουκί αντί του αττικού ουχί και η μετάπτωσή του σε ’κι, αφαιρώντας τη συλλαβή ου π.χ. ’κι θέλω αντί του δεν θέλω, ’κι πάγω αντί του δεν πάω κ.λπ. Το αρνητικό μόριο (ου)’κί  - που στο ιδίωμα του Όφι διατηρείται ατόφιο ως ουκί – διαστέλλει την Ποντιακή Διάλεκτο από όλες τις άλλες ελληνικές διαλέκτους που χρησιμοποιούν το μόριο δεν, που προήλθε από το αρχαίο ουδέν. Στην Ποντιακή Διάλεκτο χρησιμοποιείται αντίστοιχα η λέξη τιδέν (τίποτε, καθόλου) που προήλθε από το αρχαίο ουδέν.

ια. Οι προσωπικές αντωνυμίες που μπαίνουν ως αντικείμενα ρημάτων τοποθετούνται μετά από αυτά π.χ. λέγω σε, κρούω σε,  αγαπώ σε κ.λπ.

ιβ. Διατήρηση χιλιάδων αρχαίων λέξεων αναλλοίωτων. Π.χ. εικάζω = τεκμαίρω, συμπεραίνω, νομίζω / ομνύω = ορκίζομαι / υλάζω = γαυγίζω / βοτρύδιν = τσαμπί σταφυλιού / γνάθιν = γνάθος / εναύλιν = κήπος / ιχώριν = μεδούλι / κώδιν = δέρμα προβάτου / οστούδιν = κόκκαλο / άβρωτος = ο μη φαγώσιμος / άοικος = ακατοίκητος / χαλεπός = δύσκολος / άναυα = άνευ / τ’ εμόν = το δικό μου / τ’ εσόν = το δικό σου / τ’ εμέτερα – τ’ εσέτερα = τα δικά μας – τα δικά σας κ.λπ.

Β΄ Νεωτερισμοί

i Τα φωνήεντα ε+α και ι+α συγχωνεύονται σε ένα και γράφονται και προφέρονται διαφορετικά. Γράφονται ως -α̈ (συνήθως οι τελείες μπαίνουν  στο κάτω μέρος) και προφέρεται μεταξύ ε και α, περισσότερο ακούγεται το ε.

ii. Τα φωνήεντα ε+ο και ι+ο συγχωνεύονται σε ένα και γράφονται και προφέρονται διαφορετικά. Γράφονται ως -ö (συνήθως οι τελείες μπαίνουν  στο κάτω μέρος) και προφέρεται μεταξύ ε και ο, περισσότερο ακούγεται το ο.

iii.Τα σύμφωνα ζ, ξ, σ, χ, ψ σε ορισμένες περιπτώσεις γράφονται και προφέρονται διαφορετικά. Γράφονται και προφέρονται ως εξής :

ζ̃ = παχύ και παρατεταμένο ζ.
ξ̃ = παχύ και παρατεταμένο ξ.
σ̃ = ηχηρό και παχύ σ.
χ̃ = ηχηρό και παχύ σ.
ψ̃ = παχύ και παρατεταμένο ψ.

iv. Ονομαστικές σε -ον αντί σε -ος, στα ονόματα.
Π.χ.
-Ο καλόν ο άνθρωπον, αλλά ατός ο άνθρωπος έν’ καλός 
-Ο νέον, αλλά εγώ είμαι νέος
-Ο λύκον,
-Ο πάππον κ.λπ.

v. Γενικές σε –ος. Π.χ. τη νέονος, τη λύκονος, τη πάππονος κ.λπ.

vi. Καταλήξεις θηλυκών ονομάτων σε –έσσα.
Π.χ.
-Υψηλέσσα αντί ψηλή, καλέσσα αντί καλή, μοναχέσσα αντί μοναχή, μικρέσσα αντί μικρή κ.λπ.

vii. Σύνταξη των άψυχων θηλυκών ουσιαστικών με ουδέτερα επίθετα. Π.χ. Πέτραν πελεκεμένον = πελεκημένη πέτρα, αούτα τα ημέρας = αυτές τις ημέρες.

viii. Μεταπλασμός θηλυκών ουσιαστικών σε ουδέτερα στον πληθυντικό. Π.χ. η ευχή – τα ευχία, η χαρά – τα χαράντας, η βρεχή – τα βραχάντας κ.λπ.

Θα πρέπει να αναφερθεί ότι η Ποντιακή Διάλεκτος αποτελούσε μέσο προφορικής επικοινωνίας μεταξύ των κατοίκων των αγροτικών και ορεινών περιοχών του Πόντου. Στις πόλεις, αλλά και στα σχολεία - τα περίφημα Φροντιστήρια - αλλά και στα μοναστήρια διδασκόταν η αρχαία ελληνική γλώσσα με την όποια μορφή είχε πάρει με την πάροδο του χρόνου. Στη γλώσσα αυτή έγραφαν και οι Πόντιοι επιστήμονες και λόγιοι. Γραπτά κείμενα στην Ποντιακή Διάλεκτο εμφανίζονται στα μέσα του 19ου αιώνα τόσο στην ευρύτερη περιοχή του Πόντου αλλά και στην Τσαρική Ρωσία από τους Πόντιους που είχαν εγκατασταθεί εκεί. Συστηματική γραφή και επιστημονική μελέτη της Ποντιακής Διαλέκτου γίνεται μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών και την εγκατάσταση των Ελλήνων του Πόντου στην Ελλάδα. Στον τομέα αυτό καταλυτική ήταν η συμβολή της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών.
Η Ποντιακή Διάλεκτος μιλιόταν και μιλιέται ακόμα σε πολλά χωριά της Βόρειας Ελλάδας αλλά και σε άλλες περιοχές της χώρας μας. Όμως και εκεί άρχισε να φθίνει, ενώ στις μεγάλες πόλεις που έχει μετακινηθεί το μεγαλύτερο μέρος του Ποντιακού πληθυσμού, έχει πάψει πια να μιλάει Ποντιακά. Ελάχιστοι νέοι μπορούν να μιλήσουν Ποντιακά και ακόμα πιο λίγοι ξέρουν να γράψουν. Πολλές και φιλότιμες προσπάθειες γίνονται από πολλούς Συλλόγους Ποντίων για την εκμάθηση της διαλέκτου στους νέους είτε με ειδικά μαθήματα, είτε με διοργανώσεις θεατρικών παραστάσεων. Αυτές οι προσπάθειες, αλλά κυρίως το ενδιαφέρον πολλών νέων ποντιακής καταγωγής να μάθουν και να μιλούν τη γλώσσα των προγόνων τους, αποτελεί ένα αισιόδοξο μήνυμα ώστε να επαναλάβουμε αυτό που είπε κάποτε ο αείμνηστος Ιορδάνη Παμπούκης «αυτή η διάλεκτος δεν έχει το κουράγιο να πεθάνει».

Για ενδυναμώσουμε όμως αυτό το κουράγιο και να το μετατρέψουμε ζωή ζώσα θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τα παρακάτω :

α. Οι σημερινοί νέοι δεν έχουν διδαχθεί το πολυτονικό σύστημα,
β. Οι νέοι σήμερα χρησιμοποιούν τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές που δεν διαθέτουν τα χρησιμοποιούμενα τότε σύμβολα, πάνω και κάτω από ορισμένα φωνήεντα και σύμφωνα,
γ. Το εκπαιδευτικό σύστημα στον Πόντο πάντοτε συμβάδιζε με το αντίστοιχο της μητροπολιτικής Ελλάδας,
δ. Όλες οι γλώσσες, φυσικά και οι διάλεκτοί τους, είναι ζωντανοί οργανισμοί και δε μένουν αναλλοίωτες, αλλάζουν. Ολοένα και παίρνουν νέες μορφές, χωρίς όμως να χάνουν τη αρχική τους υπόσταση,
ε. Εάν διδασκόταν στα σχολεία η Ποντιακή Διάλεκτος, οπωσδήποτε θα είχαν πραγματοποιηθεί αρκετές αλλαγές ιδιαίτερα στον τρόπο γραφής,

Για όλους τους παραπάνω λόγους εγώ θεώρησα σκόπιμο αλλά και απαραίτητο στα γραπτά μου κείμενα στην Ποντιακή Διάλεκτο :

• Να αντικαταστήσω τα ιδιαίτερα σύμβολα (δύο τελείες κάτω από τα φωνήεντα –α και –ο) και το σύμβολο (ˆ) πάνω από τα σύμφωνα ζ̃, ξ̃, σ̃, χ̃, ψ̃ και να τα γράφω με έντονη γραφή α, ο, ζ, ξ, σ, χ, ψ, που είναι προσιτή στους νέους.
• Να γράφω τα ποντιακά κείμενα με το μονοτονικό σύστημα, γιατί αυτό γνωρίζουν οι νέοι σήμερα. Το πολυτονικό σύστημα θα δημιουργούσε στους νέους πρόσθετες δυσκολίες και θα τους αποθάρρυνε να μάθουν τη διάλεκτο των προγόνων τους.
Ένας ακόμα λόγος για τον οποίο αποφάσισα να κάνω τις δύο παραπάνω αναφερόμενες καινοτομίες είναι για να αποδείξω ότι η Ποντιακή Διάλεκτος δεν είναι νεκρή. Είναι ζωντανή, ζει. Μιλιέται και γράφεται έστω και μακριά από τον τόπο που γεννήθηκε και έστω από λίγους.















Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλώ,αφήστε σχόλιο...